Μια προοδευτική πολιτική για τις Μικρομεσαίες, τις Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις και τους ΕΒΕ

Στην Ελλάδα, ο συνολικός αριθμός των μικρομεσαίων και πολύ μικρών επιχειρήσεων (Μ&ΠΜΕ), που απασχολούν έως 50 εργαζόμενους, φθάνει τις 900.000 και αποτελεί το 99% των επιχειρήσεων της χώρας. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ (2007) οι Μ&ΠΜΕ απασχολούν συνολικά πάνω από 2.340.000 εργαζόμενους. Το 93% των επιχειρήσεων αυτών απασχολούν 0 έως 10 εργαζόμενους. Στις πολύ μικρές επιχειρήσεις συγκεντρώνεται το 60% σχεδόν της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη θέση της Ε.Ε. των 27 αναφορικά με το μερίδιο των ΠΜΕ στη συνολική απασχόληση.
H πολιτική για τις μικρές επιχειρήσεις δεν μπορεί παρά να αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης οικονομικής και βιομηχανικής πολιτικής με στόχο την παραγωγή φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.
Η πολιτική για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οφείλει να στηρίζει κάθε προσπάθεια τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και ποιοτικής αναβάθμισης της παραγωγικής διαδικασίας, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση συμμορφώνεται πλήρως με την εργατική, περιβαλλοντική και λοιπή νομοθεσία και δεν επιδιώκει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της μέσω της συμπίεσης του κόστους εργασίας, της υποβάθμισης της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος ή της παρεχόμενης υπηρεσίας και της παράκαμψης των περιβαλλοντικών, φορολογικών, ασφαλιστικών ή άλλων υποχρεώσεών της.
Υπ’ αυτήν την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζει τη σύνδεση των πάσης φύσης ενισχύσεων και κινήτρων με κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους, τις οποίες οι επιχειρήσεις οφείλουν να ενσωματώνουν τόσο στα αναπτυξιακά τους προγράμματα, όσο και στον καθημερινό τρόπο λειτουργίας τους.
Στη βάση αυτή υπογραμμίζουμε την ανάγκη προώθησης μιας στρατηγικής ισχυρής στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα μας, με ταυτόχρονη προάσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε όλες τις επιχειρήσεις. Πρώτη προτεραιότητα η στήριξη και ενίσχυση των πολύ μικρών και των ατομικών καιοικογενειακών επιχειρήσεων.
Στην κατεύθυνση αυτή, προτείνουμε και διεκδικούμε:
  • Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τον έλεγχο της ασυδοσίας και των αθέμιτων πρακτικών των μεγάλων πολυκαταστημάτων και των εγχώριων και πολυεθνικών εμπορικών αλυσίδων.
  • Θέσπιση, ειδικότερα, μιας σειράς αυστηρών περιορισμών στους όρους δόμησης, τον τόπο, τις χιλιομετρικές αποστάσεις και τα χαρακτηριστικά λειτουργίας για την εγκατάσταση και αδειοδότηση εμπορικών κέντρων και εμπορικών αλυσίδων και υποκαταστημάτων τους.
  • Επαναφορά του αφορολόγητου ορίου για τους ΕΒΕ, τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες στο ίδιο ύψος με τους μισθωτούς και συνταξιούχους.
  • Επαναφορά του αφορολόγητου αποθεματικού για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
  • Προώθηση συνεταιριστικών μορφών για την έρευνα, επιμόρφωση, οργάνωση και προώθηση προϊόντων.
  • Δημιουργία συλλογικών υποδομών για τις Μ&ΠΜΕ, με βιοτεχνικά πάρκα και εκθεσιακά κέντρα με ζώνες ελεύθερων δραστηριοτήτων. Εφαρμογή μακροπρόθεσμης πολιτική στη βιοτεχνία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες με στόχο τον εκσυγχρονισμό, την αναδιάρθρωση και τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων των Μ&ΠΜΕ, για να αντιμετωπίσουν την παραοικονομία και τον άνισο εξοντωτικό ανταγωνισμό.
  • Εξασφάλιση της δυνατότητας προβολής των προϊόντων μικρών παραγωγών στα μέσα ενημέρωσης.
  • Εφαρμογή αυστηρών αγορανομικών διατάξεων για τον έλεγχο της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών από προϊόντα αμφιβόλου ποιότητας, χωρίς ταυτότητα και από άγνωστη χώρα.
  • Ειδική χαμηλότοκη πιστωτική πολιτική, με ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Αξιοποίηση στην κατεύθυνση αυτή της ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ με τη μετατροπή της σε Δημόσια Τράπεζα ειδικού σκοπού.
  • Στήριξη του ΟΑΕΕ, εξασφάλιση της βιωσιμότητάς του, αναβάθμιση των παροχών σύνταξης και υγείας προς τους ασφαλισμένους του.
  • Αυτόνομη ασφάλιση για τα συν-βοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη οικογενειακών επιχειρήσεων, που είναι γυναίκες.

Για τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος

Το φορολογικό σύστημα της χώρας, παρά την πληθώρα νόμων και Προεδρικών Διαταγμάτων των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., χαρακτηρίζεται από μεγάλη αναλογία των έμμεσων φόρων σε σχέση με τους άμεσους, υπερφορολόγηση των μισθωτών και συνταξιούχων και πολύ μικρή επιβάρυνση των κερδών, εκτεταμένη έκταση φοροδιαφυγής, φαινομένων διαφθοράς και συναλλαγής και ευρύτατο πλέγμα κινήτρων, προνομίων, ελαφρύνσεων κλπ. για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Μεταξύ 2004 και 2008, οι φόροι φυσικών προσώπων αυξήθηκαν κατά 42% (από 7,6 δις ευρώ ανήλθαν στα 10,8 δις), ενώ οι φόροι νομικών προσώπων έμειναν στάσιμοι (4,860 δις ευρώ το 2004 έναντι 4,865 δις το 2008). Η συμβολή των φορολογικών εσόδων των νομικών προσώπων στα συνολικά φορολογικά έσοδα, μειώθηκε κατά 25% (από 12% σε 8,9%).
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει μια ριζοσπαστική προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, που θα ανακουφίσει τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και  τα πλατιά λαϊκά στρώματα, θα φορολογήσει αποτελεσματικά τον μεγάλο πλούτο και θα αποκαταστήσει, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, την φορολογική δικαιοσύνη.
Στο πλαίσιο αυτό διεκδικούμε:
  • Κατάργηση όλων των νόμων και μέτρων που καθιερώνουν φορολογικά προνόμια και την ουσιαστική φορολογική ασυλία των μεγάλων εισοδημάτων, των κερδών και των μεγάλων περιουσιών σε ακίνητα και κινητές αξίες. Κατάργηση, ειδικότερα, της φορολογικής ασυλίας του εφοπλιστικού κεφαλαίου και της Εκκλησίας.
  • Αναστροφή της σχέσης άμεσων – έμμεσων φόρων και της φορολογίας κεφαλαίου – εργασίας.
  • Ριζική αλλαγή φορολογικών κλιμακίων και φορολογικών συντελεστών (αύξηση του πλήθους κλιμακίων και συντελεστών), με στόχο την αποκατάσταση της προοδευτικότητας και αναλογικότητας της φορολογίας. Επαναφορά του συντελεστή 40% για τα κέρδη ΑΕ και ΕΠΕ.
  • Όλα τα εισοδήματα από κάθε πηγή (μισθοί, ενοίκια, τόκοι, μερίσματα, υπεραξίες, κλπ, από το εσωτερικό ή το εξωτερικό) αθροίζονται και φορολογούνται στη βάση της νέας προοδευτικής φορολογικής κλίμακας.
  • Άμεση διαμόρφωση αφορολόγητου ορίου 15.000 € για όλα τα φυσικά πρόσωπα (μισθωτούς, συνταξιούχους, ΕΒΕ, αγρότες, εισοδηματίες). Ετήσια τιμαριθμοποίηση φορολογικών κλιμακίων και αφορολόγητου ορίου.
  • Επαναφορά της φορολόγησης της μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
  • Εφαρμογή μηδενικού συντελεστή ΦΠΑ σε βασικά είδη απαραίτητα για την επιβίωση, παιδικά είδη και βιβλία, καθώς και στα είδη προσωπικής ανάγκης των ατόμων με αναπηρία.
  • Αποφασιστικό χτύπημα της φοροδιαφυγής, της φοροκλοπής και της εισφοροδιαφυγής με πλήρη αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και των σύγχρονων πληροφοριακών συστημάτων, υπό τον όρο σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων. Αξιοποίηση σ’ αυτή την κατεύθυνση του Συνδικαλιστικού Κινήματος και των αντιπροσωπευτικών  οργάνων των εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση.
  • Κατάργηση κάθε είδους οικονομικής δραστηριότητας ή συναλλαγής μέσω «off shore» εταιριών.

Η αποτυχία της κυρίαρχης πολιτικής στην Ευρωζώνη

Μας λένε (κυρίως δημοσιογράφοι που στηρίζουν το μνημονιακό μπλοκ) ότι η παραμονή μας στην ευρωζώνη προϋποθέτει να ακολουθήσουμε την πολιτική των μνημονίων διότι αυτή είναι κυρίαρχη σήμερα σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ένωση, είναι μονόδρομος, δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα.
Στις απαντήσεις είναι χρήσιμο να προβάλλουμε και να αξιοποιούμε τις παρακάτω πραγματικότητες:
1.       Ευρώπη δεν είναι μόνο οι τραπεζίτες και τα όργανά τους. Είναι και οι λαοί, οι ανάγκες τους, οι μαζικοί κοινωνικοί αγώνες τους.
Ευρώπη δεν είναι μόνο οι τραπεζίτες, τα χρηματιστήρια και οι πολυεθνικές, τα συμφέροντα των οποίων υπερασπίζεται η κυρίαρχη πολιτική που επιβάλουν στο ευρωπαϊκό επίπεδο συντηρητικοί –φιλελεύθεροι και μεταλλαγμένοι σοσιαλδημοκράτες (κάποιες φορές με τη συμμετοχή ή ανοχή των πρασίνων). Ευρώπη είναι πρωτίστως οι λαοί που αντιστέκονται στην κυρίαρχη πολιτική ζητώντας αξιοπρεπή εργασία, ισχυρό κοινωνικό κράτος, δικαιοσύνη και πραγματική δημοκρατία. Ευρώπη είναι το κίνημα των ισπανών indignados που έδωσε το έναυσμα για το κίνημα των πλατειών στην Ελλάδα. Ευρώπη είναι οι μαζικές διαδηλώσεις εργαζομένων και νεολαίας σε χώρες όπως η Πορτογαλία , η Ιταλία και η Ισπανία. Ευρώπη είναι τα κινήματα πολιτών ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ιρλανδία. Ευρώπη είναι η θεαματική άνοδος της αριστεράς στην Γαλλία την οποία τα καθεστωτικά ΜΜΕ επιμελώς αποκρύπτουν από την ελληνική κοινωνία (και προτιμούν να προβάλλουν την ακροδεξιά κόρη του Λεπέν). Ευρώπη είναι το De Linke στην Γερμανία που καταψήφιζει τα πακέτα για την Ελλάδα με το αιτιολογικό ότι αυτά είναι καταστροφικά για τον ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Επομένως στην Ευρώπη, όπως παντού στον κόσμο, διεξάγεται μια ασίγαστη αντιπαράθεση ανάμεσα στις δυνάμεις που υπερασπίζονται με κάθε τρόπο τα υπερκέρδη ελάχιστων πλουσίων και στις δυνάμεις που υπερασπίζονται τις ανάγκες των ευρωπαϊκών λαών, τις δυνάμεις που διεκδικούν πραγματική δικαιοσύνη, ελευθερία και δημοκρατία. Το πραγματικό ερώτημα είναι ποιες δυνάμεις και ποια πολιτική επιλέγει να υποστηρίζει κανείς;
2.       Αν κάτι είναι ανεδαφικό, αυτό, αποδεδειγμένα, είναι η κυρίαρχη πολιτική.
Η κυρίαρχη πολιτική σήμερα στην ευρωζώνη όχι μόνο μονόδρομος δεν είναι, αλλά απεναντίας αποδεικνύεται καθημερινά ότι οδηγεί σε χειρότερα αδιέξοδα, οδηγεί σε οικονομική και κοινωνική καταστροφή.
Αναπαράγεται κατά κόρον το επιχείρημα ότι το πρώτο μνημόνιο απέτυχε στην Ελλάδα δημιουργώντας βαθειά ύφεση διότι δεν προχώρησαν με γοργούς ρυθμούς οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Απόδειξη είναι το γεγονός ότι σε όλα τα κράτη-μέλη που ακολουθούν την κυρίαρχη πολιτική της λιτότητας η ύφεση βαθαίνει και οι δημοσιονομικοί στόχοι αποτυγχάνουν. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις εξής περιπτώσεις:
Η Πορτογαλίαθεωρείται το «καλό παιδί» των αγορών καθώς εφαρμόζει απαρέγκλιτα το δικό της μνημόνιο. Ωστόσο, αυτό δημιουργεί ύφεση που το 2012 σύμφωνα με αισιόδοξες προβλέψεις θα είναι πάνω από 3,5% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα τους 2 πρώτους μήνες του έτους το δημοσιονομικό έλλειμμα να είναι 3πλάσιο σε σχέση με τον μνημονιακό στόχο.  Θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η Πορτογαλία το προσεχές φθινόπωρο θα προχωρήσει σε νέο πρόγραμμα.
Στην Ιταλίαο τεχνοκράτης κ. Μόντι ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η ύφεση το 2012 θα είναι τριπλάσια απ’ ότι εκτιμούταν τον περασμένο Δεκέμβριο  (από -0,4% στο -1,2% του ΑΕΠ), ενώ το ΔΝΤ προβλέπει ότι αυτή θα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Επίσης, η εκμηδένιση του δημοσιονομικού έλλειμματος της Ιταλίας από το 2013 μετατίθεται για το 2014 και αυτό, δεδομένης της ύφεσης, είναι υπεραισιόδοξη πρόβλεψη. Έτσι, η Ιταλία εξακολουθεί να δανείζεται με υψηλά επιτόκια που τελευταία υπερβαίνουν  και πάλι το 6%.
Στην Ισπανίαη οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται με ραγδαίους ρυθμούς, εξαιτίας της πολιτικής λιτότητας που, όπως ο σοσιαλδημοκράτης Θαπατέρο, ακολουθεί και ο συντηρητικός Ραχόι. Το 2011 το δημοσιονομικό έλλειμμα αντί για 6% που ήταν ο στόχος διαμορφώθηκε στο 8,5%, ενώ το 2012 οι εκτιμήσεις μιλούν για ύφεση κοντά στο 2% τουλάχιστον που, μαζί με την εφιαλτική ανεργία, θα διατηρήσει τα ελλείμματα υψηλά. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η Ισπανία να εξακολουθεί να δανείζεται με υψηλά επιτόκια και οι αποδόσεις των ομολόγων της να ξεπερνούν το 6%.
Η Γαλλία έχει χάσει ήδη την ανώτερη πιστοληπτική αξιολόγηση των 3 Α, ενώ για το ίδιο απειλείται και η Ολλανδία.
Επομένως, αν κάτι είναι ανεδαφικό δεν είναι οι προγραμματικές προτάσεις της αριστεράς στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης όπως προσπαθούν να πείσουν οι δυνάμεις του συστήματος, αλλά η πολιτική λιτότητας και ύφεσης που επιβάλλουν οι ίδιες δυνάμεις σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οδηγώντας την μία μετά την άλλη στα πρόθυρα  ή/και στην χρεοκοπία.           
3.       Η καταστροφικότητα της κυρίαρχης πολιτικής είναι πλέον κοινός τόπος στη δημόσια συζήτηση στην Ευρώπη και διεθνώς
Όλο και περισσότερα άρθρα γράφονται διεθνώς που θεωρούν καταστροφική την κυρίαρχη πολιτική στην Ευρωζώνη και την συγκρίνουν με την πολιτική που οδήγησε στη Μεγάλη Ύφεση μετά το 1929 και στον πόλεμο. Όλο και περισσότεροι διακεκριμένοι επιστήμονες από όλο το πολιτικό φάσμα, ακόμη κι επιστήμονες με Νόμπελ Οικονομίας όπως ο Κρούγκμαν και ο Στίγκλιτς ή οικονομολόγοι όπως ο Μπόφινγκερ που είναι μέλος της επιτροπής σοφών που συμβουλεύει την Μέρκελ, συντείνουν στην απόδοση ευθυνών για την επιδείνωση της κατάστασης στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί σήμερα η Ευρωζώνη, εμμένοντας στις αντιπληθωριστικές πολιτικές λιτότητας. Πόσο δε μάλλον μετά την σκλήρυνση του Συμφώνου Σταθερότητας, μέσω του Δημοσιονομικού Συμφώνου για το Ευρώ που επικύρωσε η ελληνική Βουλή μέσα σε μία νύχτα (τη στιγμή που στην Ιρλανδία διοργανώνεται δημοψήφισμα! Τη στιγμή που αυτό αποτελεί κεντρικό θέμα συζήτησης στις Γαλλικές εκλογές).Άρθρα, παρεμβάσεις και επιστημονικές μελέτες που επιχειρηματολογούν υπέρ μίας ρήξης με τη σημερινή αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Άρθρα ακόμη και στα ιερατεία του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού όπως οι Financial Times και ο ο Economist. Αλλά και πολιτικοί πέραν της αριστεράς παραδέχονται ότι η αρχιτεκτονική της ευρωζώνης είναι προβληματική, όπως και ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ διατύπωνε την εποχή του πρώτου μνημονίου παρόμοιες κριτικές οι κυβερνώντες έλεγαν ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας, ενώ σήμερα, παρόλο που επιβεβαιωθήκαμε και παρόλο που τα ζητήματα αυτά συζητιούνται ευρέως σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, στην Ελλάδα το πολιτικό κατεστημένο επιλέγει την τρομοκρατία και τα εκβιαστικά διλήμματα αντί του σοβαρού διαλόγου και οι συναφείς προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούνται από τους αρχηγούς του δικομματισμού και τα συστηματικά ΜΜΕ «ανύπαρκτες».

Οι Τραπεζίτες και η κρίση

Το παράδειγμα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης σχετικά τις τράπεζες αναδεικνύει ξεκάθαρα την σύγκρουση που υπάρχει σήμερα και τους δύο δρόμους εξόδου από την κρίση. Η μία επιλογή είναι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας, η άλλη επιλογή είναι η υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου (δηλαδή μεταξύ άλλων και των τραπεζιτών).
Οι τραπεζίτες αποτελούν έναν από του βασικούς κερδισμένους όλης της προηγούμενης περιόδου της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμα και το δημόσιο χρέος αποτελούσε για αυτούς πηγή πλουτισμού αφού δανείζονταν από την ΕΚΤ με 1% και στην συνέχεια δάνειζαν στο δημόσιο με πολλαπλάσια επιτόκια της τάξης του 4% και 5%.
Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα οι τράπεζες έχουν επιχορηγηθεί –είτε με μετρητά είτε με εγγυήσεις- με 155 δις. Η συγκεκριμένη επιλογή αναδεικνύει τις προτεραιότητες της σημερινής πολιτικής ηγεσίας τόσο σε Ελλάδα όσο και στην ΕΕ για την άνευ όρων στήριξη της κερδοφορίας των τραπεζιτών. Το γεγονός ότι η χρηματιστηριακή τους αξία δεν ξεπερνάει τα 3 δις δείχνει ποιος είναι αυτός που “ζει πάνω από τις δυνατότητες του” σε αυτή τη χώρα.
Αυτές τις μέρες συντελείται ένα πρώτης τάξεως σκάνδαλο με τις τράπεζες: η λεγόμενη ανακεφαλαιοποίησή τους με χρήματα από τη δανειακή σύμβαση. Οι τράπεζες ετοιμάζονται να λάβουν 50 δις με εγγυήσεις του Δημοσίου, ενώ όπως παραδέχεται το ΔΝΤ, το Δημόσιο θα λάβει πίσω στην καλύτερη περίπτωση μόνο 16 δις. Εμείς έχουμε σοβαρούς λόγους να αμφιβάλουμε ακόμα και για αυτό το ποσό. Η διαφορά (τουλάχιστον 34 δις) επιβαρύνει το δημόσιο χρέος και επομένως τον ελληνικό λαό.
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο πάντως συνίσταται στο γεγονός ότι παρόλο που οι τράπεζες επιβιώνουν αποκλειστικά με δημόσιο χρήμα, στην ουσία διασώζονται οι τραπεζίτες και οι διοικήσεις τους, αφού το Δημόσιο τις ενισχύει με κοινές μετοχές χωρίς δικαιώματα ψήφου. Το Δημόσιο δηλαδή βάζει τα χρήματα, και οι τραπεζίτες που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση συνεχίζουν να απολαμβάνουν τα προνόμιά τους. Και μάλιστα υποδεικνύουν διαρκώς στον ελληνικό λαό ότι πρέπει να προχωρήσει και σε άλλες μνημονιακές θυσίες.
Ακριβώς επειδή παρά την στήριξη από δημόσιο χρήμα παραμένουν σε χέρια ιδιωτών δεν είναι δυνατή η χάραξη ούτε μίας αναπτυξιακής πολιτικής, όπου οι τράπεζες θα παρείχαν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία αλλά ούτε και μιας κοινωνικής πολιτικής που μεταξύ άλλων θα περιελάμβανε το κούρεμα ιδιωτικών χρεών των νοικοκυρών, των μικρών και πολυ μικρών επιχειρήσεων και των αγροτών.
Την ίδια στιγμή που οι τράπεζες στηρίζονται με κάθε μέσο τα ασφαλιστικά ταμεία υπέστησαν κούρεμα 12 δις κάτι που θα οδηγήσει σε νέες μειώσεις συντάξεων και χειροτέρευση των όρων της κοινωνικής ασφάλισης.
Τα παραπάνω δείχνουν την ταξική φύση της διαχείρισης της σημερινής κρίσης ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του κόσμου της εργασίας με μοναδικό στόχο την υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2008 είχε προτείνει όποια τράπεζα δέχεται δημόσιο χρήμα να τίθεται υπό δημόσιο έλεγχο. Σήμερα ενα τραπεζικό σύστημα υπό δημόσιο έλεγχο είναι πιο αναγκαίο και πιο ρεαλιστικό από ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για την πρόταση μας για τράπεζες ειδικού σκοπού, που είναι τόσο αναγκαίες για την ανάπτυξη και την κοινωνική πολιτική. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη η χάραξη μιας διαφορετικής πορείας μέσα από την ενίσχυση της ριζοσπαστικής αριστεράς που μεταξύ άλλων θα μετατρέψει το τραπεζικό σύστημα σε δημόσια περιουσία κάτω από κοινωνικό έλεγχο αποκτώντας έτσι σημαντικές δυνατότητες για την άσκηση μια ριζικά διαφορετικής πολιτικής.

Κείμενο επιστολής Αλ. Τσίπρα προς τον Πρωθυπουργό
για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Με τη νέα δανειακή σύμβαση που υπέγραψε η Κυβέρνησή σας και με την ολοκλήρωση του προγράμματος εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (PSI), η χώρα μας υποχρεώνεται να δανείζεται εφεξής με όρους που έχουν ως μοναδικό στόχο να την καταστήσουν δέσμια των πιστωτών της (νέα ομόλογα που υπάγονται στο αγγλικό δίκαιο, ειδικός λογαριασμός για την εξυπηρέτηση του χρέους). Υποχρεώνεται, επίσης, να εφαρμόσει νέα μέτρα πρωτοφανούς λιτότητας, που προβλέπονται στο δεύτερο Μνημόνιο και τα οποία απομακρύνουν οποιαδήποτε προοπτική οικονομικής ανάκαμψης αλλά και δημοσιονομικής σταθεροποίησης.
Η νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο περιλαμβάνουν τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, έτσι ώστε να αναπληρωθούν οι ζημιές από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα PSI, αλλά και από τις επισφάλειες στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους, τις οποίες καταγράφει η έκθεση της εταιρείας BlackRock. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί ένα υγιές και σταθερό τραπεζικό σύστημα στην χώρα μας, το οποίο θα αποτελεί μοχλό ανάπτυξης – χρηματοδοτώντας την πραγματική οικονομία – και παράγοντα σταθερότητας, που ταυτόχρονα θα εξασφαλίζει ένα ευνοϊκό εργασιακό περιβάλλον για τους χιλιάδες εργαζομένους στις τράπεζες. Κατανοούμε τη σημασία ενός επαρκώς κεφαλαιοποιημένου τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε μια περίοδο τόσο βαθιάς κρίσης, δεν μπορούμε, όμως, παρά να απορρίψουμε τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, της τρόικας και των διοικήσεων των τραπεζών για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, με τον τρόπο που προωθείται.
Δυστυχώς, βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεθόδευση, με μοναδικό στόχο τη διάσωση των τραπεζιτών και τη μετακύλιση του κόστους διάσωσης στις πλάτες των ελλήνων φορολογουμένων.
Η κυβέρνηση σας οφείλει να απαντήσει με σαφήνεια σε συγκεκριμένα ερωτήματα, τα οποία τεχνηέντως έχουν μείνει στην αφάνεια.
Σας καλούμε, λοιπόν, κύριε Πρωθυπουργέ, να απαντήσετε στα παρακάτω:
  1. Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν γίνει αποδέκτες πακέτων πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων από χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων – είτε με την μορφή μετρητών είτε με την μορφή εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου. Παρόλα αυτά και ενώ έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από το πρώτο πακέτο στήριξης, τίποτα δεν έχει αλλάξει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες εξακολουθούν να μην διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, προκαλώντας πιστωτική ασφυξία, η οποία συνεργεί με τη μονόπλευρη λιτότητα στην πρωτοφανή και εντεινόμενη ύφεση των τελευταίων ετών. Από την άλλη, εξακολουθούν να διεκδικούν μεγάλο ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος εκατομμυρίων νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, για να αποπληρωθούν δάνεια που χορήγησαν σε άλλες εποχές, με  το κριτήριο εισοδημάτων και κύκλου εργασιών που δεν υφίστανται πλέον. Γι’ αυτό, η αποπληρωμή τους σήμερα είναι, όχι μόνον εξοντωτική, αλλά και ευθέως αντιαναπτυξιακή. Οι ίδιες διοικήσεις των τραπεζών που μας οδήγησαν στη σημερινή κρίση, εξακολουθούν να βρίσκονται στις θέσεις τους, αυτή τη φορά αναπαυόμενες στα «μαξιλάρια» που τους προσφέρει ο Έλληνας φορολογούμενος. Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό, οι ίδιες διοικήσεις κουνούν και επιτακτικά το δάκτυλο στον ελληνικό λαό και του ζητούν ακόμα μεγαλύτερες θυσίες χωρίς αντίκρισμα.
  2. Η νέα κεφαλαιακή ενίσχυση προς τις τράπεζες από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), θα γίνει χωρίς να θιγεί η ιδιοκτησία τους, με την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα υπερβαίνει μόλις το 10%. Μάλιστα, θα δίνεται στους σημερινούς μετόχους το προνόμιο να επαναγοράσουν τις τράπεζες – που οι ίδιοι οδήγησαν στο σημερινό τέλμα – σε ευνοϊκή τιμή. Πιστεύουμε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, με πόρους του ΤΧΣ και με αλχημείες, υπό τη μορφή πρωτότυπων διευκολύνσεων, ώστε να παραμείνει η κυριότητά τους στους σημερινούς μετόχους, συνιστά σκάνδαλο εις βάρος του ελληνικού λαού.
  3. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ. Ωστόσο, το έσοδο του Δημοσίου, όταν οι τράπεζες αυτές επιστραφούν στους μετόχους τους, θα είναι 16 δις ευρώ, στην καλύτερη των περιπτώσεων, κάτι για το οποίο διατηρούμε σοβαρότατες επιφυλάξεις. Η διαφορά προφανώς θα μετακυληθεί στις πλάτες των φορολογουμένων και θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος. Και αυτό είναι κάτι που αποσιωπάται συστηματικά τόσο από την κυβέρνησή σας όσο και από τα ΜΜΕ.
  4. Οι τράπεζες που σήμερα βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο, δηλαδή η Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμευτήριο, δεν συμμετέχουν στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι το Δημόσιο δεν θα χρησιμοποιήσει πόρους για να τις ενισχύσει. Εν ολίγοις, χρησιμοποιούνται οι πόροι του ΤΧΣ υπό την εγγύηση του Δημοσίου αποκλειστικά για να διασωθούν οι διοικήσεις των ιδιωτικών τράπεζών, ενώ η περιουσία του Δημοσίου αφήνεται απροστάτευτη, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζόμενους και τους καταθέτες. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνετε, με πλήρη συνείδηση τις συνθήκες, για ρευστοποίηση και ιδιωτικοποίηση των δημόσιων τραπεζών. Και αυτό κατά την άποψή μας είναι εγκληματικό.
Από το 2008 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει την πρότασή του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Βασική θέση της είναι πως, όσες τράπεζες γίνονται αποδέκτες στήριξης από το ελληνικό Δημόσιο με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, θα πρέπει να περνούν στη ιδιοκτησία του Δημοσίου, υπό κοινωνικό έλεγχο.
Σήμερα, η πρόταση για ένα δημόσιο τραπεζικό σύστημα είναι πιο επίκαιρη και πιο ρεαλιστική από ποτέ.
Η πρότασή μας αυτή εξυπηρετεί τρεις άμεσες ανάγκες:
  • Τις ανάγκες της κοινωνίας. Οι τεράστιες διαστάσεις που έχει λάβει το ζήτημα της υπερχρέωσης των νοικοκυριών, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των αγροτών, σε συνδυασμό με την πρακτική του τραπεζικού αποκλεισμού και την προστασία των εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα και των δικαιωμάτων τους, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για δυναμική παρέμβαση προς όφελος της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της ανάπτυξης. Διότι, το τραπεζικό σύστημα υπό τον έλεγχο των τραπεζιτών, αποδείχτηκε ότι έχει συμφέροντα απολύτως ασύμβατα με τα συμφέροντα της οικονομίας και της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της σταθερότητας και της προστασίας των καταθέσεων.
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Θεωρούμε ότι οι προωθούμενες ρυθμίσεις, υπό το μανδύα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, διασώζουν τους τραπεζίτες. Την ίδια στιγμή δεν λάβατε καμία μέριμνα για να στηρίξετε ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία, ούτε τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου που πλήγησαν από το PSI. Γνωρίζοντας ότι έχετε αποφασίσει να λάβετε σημαντικές αποφάσεις για να στηρίξετε τους τραπεζίτες με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, λίγες μόνο μέρες πριν εκφραστεί η βούληση του ελληνικού λαού στις κάλπες, σας ζητάμε, έστω και τώρα, να αλλάξετε κατεύθυνση.
Ειδάλλως, τις αποφάσεις που θα λάβετε τώρα, θα τις αλλάξει ο λαός στις 6 Μαΐου.

Οι Τραπεζίτες και η κρίση

Το παράδειγμα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης σχετικά τις τράπεζες αναδεικνύει ξεκάθαρα την σύγκρουση που υπάρχει σήμερα και τους δύο δρόμους εξόδου από την κρίση. Η μία επιλογή είναι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας, η άλλη επιλογή είναι η υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου (δηλαδή μεταξύ άλλων και των τραπεζιτών).
Οι τραπεζίτες αποτελούν έναν από του βασικούς κερδισμένους όλης της προηγούμενης περιόδου της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμα και το δημόσιο χρέος αποτελούσε για αυτούς πηγή πλουτισμού αφού δανείζονταν από την ΕΚΤ με 1% και στην συνέχεια δάνειζαν στο δημόσιο με πολλαπλάσια επιτόκια της τάξης του 4% και 5%.
Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα οι τράπεζες έχουν επιχορηγηθεί –είτε με μετρητά είτε με εγγυήσεις- με 155 δις. Η συγκεκριμένη επιλογή αναδεικνύει τις προτεραιότητες της σημερινής πολιτικής ηγεσίας τόσο σε Ελλάδα όσο και στην ΕΕ για την άνευ όρων στήριξη της κερδοφορίας των τραπεζιτών. Το γεγονός ότι η χρηματιστηριακή τους αξία δεν ξεπερνάει τα 3 δις δείχνει ποιος είναι αυτός που “ζει πάνω από τις δυνατότητες του” σε αυτή τη χώρα.
Αυτές τις μέρες συντελείται ένα πρώτης τάξεως σκάνδαλο με τις τράπεζες: η λεγόμενη ανακεφαλαιοποίησή τους με χρήματα από τη δανειακή σύμβαση. Οι τράπεζες ετοιμάζονται να λάβουν 50 δις με εγγυήσεις του Δημοσίου, ενώ όπως παραδέχεται το ΔΝΤ, το Δημόσιο θα λάβει πίσω στην καλύτερη περίπτωση μόνο 16 δις. Εμείς έχουμε σοβαρούς λόγους να αμφιβάλουμε ακόμα και για αυτό το ποσό. Η διαφορά (τουλάχιστον 34 δις) επιβαρύνει το δημόσιο χρέος και επομένως τον ελληνικό λαό.
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο πάντως συνίσταται στο γεγονός ότι παρόλο που οι τράπεζες επιβιώνουν αποκλειστικά με δημόσιο χρήμα, στην ουσία διασώζονται οι τραπεζίτες και οι διοικήσεις τους, αφού το Δημόσιο τις ενισχύει με κοινές μετοχές χωρίς δικαιώματα ψήφου. Το Δημόσιο δηλαδή βάζει τα χρήματα, και οι τραπεζίτες που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση συνεχίζουν να απολαμβάνουν τα προνόμιά τους. Και μάλιστα υποδεικνύουν διαρκώς στον ελληνικό λαό ότι πρέπει να προχωρήσει και σε άλλες μνημονιακές θυσίες.
Ακριβώς επειδή παρά την στήριξη από δημόσιο χρήμα παραμένουν σε χέρια ιδιωτών δεν είναι δυνατή η χάραξη ούτε μίας αναπτυξιακής πολιτικής, όπου οι τράπεζες θα παρείχαν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία αλλά ούτε και μιας κοινωνικής πολιτικής που μεταξύ άλλων θα περιελάμβανε το κούρεμα ιδιωτικών χρεών των νοικοκυρών, των μικρών και πολυ μικρών επιχειρήσεων και των αγροτών.
Την ίδια στιγμή που οι τράπεζες στηρίζονται με κάθε μέσο τα ασφαλιστικά ταμεία υπέστησαν κούρεμα 12 δις κάτι που θα οδηγήσει σε νέες μειώσεις συντάξεων και χειροτέρευση των όρων της κοινωνικής ασφάλισης.
Τα παραπάνω δείχνουν την ταξική φύση της διαχείρισης της σημερινής κρίσης ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του κόσμου της εργασίας με μοναδικό στόχο την υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2008 είχε προτείνει όποια τράπεζα δέχεται δημόσιο χρήμα να τίθεται υπό δημόσιο έλεγχο. Σήμερα ενα τραπεζικό σύστημα υπό δημόσιο έλεγχο είναι πιο αναγκαίο και πιο ρεαλιστικό από ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για την πρόταση μας για τράπεζες ειδικού σκοπού, που είναι τόσο αναγκαίες για την ανάπτυξη και την κοινωνική πολιτική. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη η χάραξη μιας διαφορετικής πορείας μέσα από την ενίσχυση της ριζοσπαστικής αριστεράς που μεταξύ άλλων θα μετατρέψει το τραπεζικό σύστημα σε δημόσια περιουσία κάτω από κοινωνικό έλεγχο αποκτώντας έτσι σημαντικές δυνατότητες για την άσκηση μια ριζικά διαφορετικής πολιτικής.

Κείμενο επιστολής Αλ. Τσίπρα προς τον Πρωθυπουργό
για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Με τη νέα δανειακή σύμβαση που υπέγραψε η Κυβέρνησή σας και με την ολοκλήρωση του προγράμματος εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (PSI), η χώρα μας υποχρεώνεται να δανείζεται εφεξής με όρους που έχουν ως μοναδικό στόχο να την καταστήσουν δέσμια των πιστωτών της (νέα ομόλογα που υπάγονται στο αγγλικό δίκαιο, ειδικός λογαριασμός για την εξυπηρέτηση του χρέους). Υποχρεώνεται, επίσης, να εφαρμόσει νέα μέτρα πρωτοφανούς λιτότητας, που προβλέπονται στο δεύτερο Μνημόνιο και τα οποία απομακρύνουν οποιαδήποτε προοπτική οικονομικής ανάκαμψης αλλά και δημοσιονομικής σταθεροποίησης.
Η νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο περιλαμβάνουν τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, έτσι ώστε να αναπληρωθούν οι ζημιές από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα PSI, αλλά και από τις επισφάλειες στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους, τις οποίες καταγράφει η έκθεση της εταιρείας BlackRock. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί ένα υγιές και σταθερό τραπεζικό σύστημα στην χώρα μας, το οποίο θα αποτελεί μοχλό ανάπτυξης – χρηματοδοτώντας την πραγματική οικονομία – και παράγοντα σταθερότητας, που ταυτόχρονα θα εξασφαλίζει ένα ευνοϊκό εργασιακό περιβάλλον για τους χιλιάδες εργαζομένους στις τράπεζες. Κατανοούμε τη σημασία ενός επαρκώς κεφαλαιοποιημένου τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε μια περίοδο τόσο βαθιάς κρίσης, δεν μπορούμε, όμως, παρά να απορρίψουμε τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, της τρόικας και των διοικήσεων των τραπεζών για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, με τον τρόπο που προωθείται.
Δυστυχώς, βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεθόδευση, με μοναδικό στόχο τη διάσωση των τραπεζιτών και τη μετακύλιση του κόστους διάσωσης στις πλάτες των ελλήνων φορολογουμένων.
Η κυβέρνηση σας οφείλει να απαντήσει με σαφήνεια σε συγκεκριμένα ερωτήματα, τα οποία τεχνηέντως έχουν μείνει στην αφάνεια.
Σας καλούμε, λοιπόν, κύριε Πρωθυπουργέ, να απαντήσετε στα παρακάτω:
  1. Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν γίνει αποδέκτες πακέτων πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων από χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων – είτε με την μορφή μετρητών είτε με την μορφή εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου. Παρόλα αυτά και ενώ έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από το πρώτο πακέτο στήριξης, τίποτα δεν έχει αλλάξει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες εξακολουθούν να μην διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, προκαλώντας πιστωτική ασφυξία, η οποία συνεργεί με τη μονόπλευρη λιτότητα στην πρωτοφανή και εντεινόμενη ύφεση των τελευταίων ετών. Από την άλλη, εξακολουθούν να διεκδικούν μεγάλο ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος εκατομμυρίων νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, για να αποπληρωθούν δάνεια που χορήγησαν σε άλλες εποχές, με  το κριτήριο εισοδημάτων και κύκλου εργασιών που δεν υφίστανται πλέον. Γι’ αυτό, η αποπληρωμή τους σήμερα είναι, όχι μόνον εξοντωτική, αλλά και ευθέως αντιαναπτυξιακή. Οι ίδιες διοικήσεις των τραπεζών που μας οδήγησαν στη σημερινή κρίση, εξακολουθούν να βρίσκονται στις θέσεις τους, αυτή τη φορά αναπαυόμενες στα «μαξιλάρια» που τους προσφέρει ο Έλληνας φορολογούμενος. Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό, οι ίδιες διοικήσεις κουνούν και επιτακτικά το δάκτυλο στον ελληνικό λαό και του ζητούν ακόμα μεγαλύτερες θυσίες χωρίς αντίκρισμα.
  2. Η νέα κεφαλαιακή ενίσχυση προς τις τράπεζες από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), θα γίνει χωρίς να θιγεί η ιδιοκτησία τους, με την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα υπερβαίνει μόλις το 10%. Μάλιστα, θα δίνεται στους σημερινούς μετόχους το προνόμιο να επαναγοράσουν τις τράπεζες – που οι ίδιοι οδήγησαν στο σημερινό τέλμα – σε ευνοϊκή τιμή. Πιστεύουμε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, με πόρους του ΤΧΣ και με αλχημείες, υπό τη μορφή πρωτότυπων διευκολύνσεων, ώστε να παραμείνει η κυριότητά τους στους σημερινούς μετόχους, συνιστά σκάνδαλο εις βάρος του ελληνικού λαού.
  3. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ. Ωστόσο, το έσοδο του Δημοσίου, όταν οι τράπεζες αυτές επιστραφούν στους μετόχους τους, θα είναι 16 δις ευρώ, στην καλύτερη των περιπτώσεων, κάτι για το οποίο διατηρούμε σοβαρότατες επιφυλάξεις. Η διαφορά προφανώς θα μετακυληθεί στις πλάτες των φορολογουμένων και θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος. Και αυτό είναι κάτι που αποσιωπάται συστηματικά τόσο από την κυβέρνησή σας όσο και από τα ΜΜΕ.
  4. Οι τράπεζες που σήμερα βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο, δηλαδή η Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμευτήριο, δεν συμμετέχουν στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι το Δημόσιο δεν θα χρησιμοποιήσει πόρους για να τις ενισχύσει. Εν ολίγοις, χρησιμοποιούνται οι πόροι του ΤΧΣ υπό την εγγύηση του Δημοσίου αποκλειστικά για να διασωθούν οι διοικήσεις των ιδιωτικών τράπεζών, ενώ η περιουσία του Δημοσίου αφήνεται απροστάτευτη, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζόμενους και τους καταθέτες. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνετε, με πλήρη συνείδηση τις συνθήκες, για ρευστοποίηση και ιδιωτικοποίηση των δημόσιων τραπεζών. Και αυτό κατά την άποψή μας είναι εγκληματικό.
Από το 2008 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει την πρότασή του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Βασική θέση της είναι πως, όσες τράπεζες γίνονται αποδέκτες στήριξης από το ελληνικό Δημόσιο με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, θα πρέπει να περνούν στη ιδιοκτησία του Δημοσίου, υπό κοινωνικό έλεγχο.
Σήμερα, η πρόταση για ένα δημόσιο τραπεζικό σύστημα είναι πιο επίκαιρη και πιο ρεαλιστική από ποτέ.
Η πρότασή μας αυτή εξυπηρετεί τρεις άμεσες ανάγκες:
  • Τις ανάγκες της κοινωνίας. Οι τεράστιες διαστάσεις που έχει λάβει το ζήτημα της υπερχρέωσης των νοικοκυριών, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των αγροτών, σε συνδυασμό με την πρακτική του τραπεζικού αποκλεισμού και την προστασία των εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα και των δικαιωμάτων τους, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για δυναμική παρέμβαση προς όφελος της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της ανάπτυξης. Διότι, το τραπεζικό σύστημα υπό τον έλεγχο των τραπεζιτών, αποδείχτηκε ότι έχει συμφέροντα απολύτως ασύμβατα με τα συμφέροντα της οικονομίας και της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της σταθερότητας και της προστασίας των καταθέσεων.
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Θεωρούμε ότι οι προωθούμενες ρυθμίσεις, υπό το μανδύα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, διασώζουν τους τραπεζίτες. Την ίδια στιγμή δεν λάβατε καμία μέριμνα για να στηρίξετε ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία, ούτε τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου που πλήγησαν από το PSI. Γνωρίζοντας ότι έχετε αποφασίσει να λάβετε σημαντικές αποφάσεις για να στηρίξετε τους τραπεζίτες με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, λίγες μόνο μέρες πριν εκφραστεί η βούληση του ελληνικού λαού στις κάλπες, σας ζητάμε, έστω και τώρα, να αλλάξετε κατεύθυνση.
Ειδάλλως, τις αποφάσεις που θα λάβετε τώρα, θα τις αλλάξει ο λαός στις 6 Μαΐου.

Δέκα Στόχοι – Δέκα Δεσμεύσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ

1. Ασπίδα προστασίας, για να βγεί η κοινωνία όρθια από την κρίση, να μην υπάρχει πολίτης χωρίς ελάχιστο εισόδημα ή επίδομα ανεργίας, περίθαλψη, κοινωνική προστασία, στέγη, πρόσβαση σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Προστασία και μέτρα ανακούφισης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Έλεγχο και μείωση των τιμών, μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και κατάργησή του στα είδη βασικής ανάγκης.
 2. Να απαλλαγούμε από τον βραχνά του χρέους. Το χρέος είναι ταξικό και απάνθρωπο. Είναι οι φόροι που δεν πλήρωσαν οι πλούσιοι, η λεηλασία των δημόσιων ταμείων, οι υπέρογκοι εξοπλισμοί. Εκφράζει τις ανισότιμες διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
 3. Αναδιανομή, φορολογία του πλούτου, κατάργηση περιττών δαπανών.
 4. Παραγωγική, κοινωνική και περιβαλλοντική ανασυγκρότηση.
 5. Σταθερή εργασία και αξιοπρεπή μισθό και ασφάλεια.
 6. Δημοκρατία παντού. Δημοκρατικά πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα για όλους τους τομείς.
 7. Ισχυρό κοινωνικό κράτος
 8. Η υγεία είναι κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα όλων.
 9. Προστασία της παιδείας, της έρευνας, του πολιτισμού και του αθλητισμού από την πολιτική των μνημονίων.
 10. Ανεξάρτητη και φιλειρηνική εξωτερική πολιτική.

.

Δέκα Στόχοι – Δέκα Δεσμεύσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ

1. Ασπίδα προστασίας, για να βγεί η κοινωνία όρθια από την κρίση, να μην υπάρχει πολίτης χωρίς ελάχιστο εισόδημα ή επίδομα ανεργίας, περίθαλψη, κοινωνική προστασία, στέγη, πρόσβαση σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Προστασία και μέτρα ανακούφισης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Έλεγχο και μείωση των τιμών, μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και κατάργησή του στα είδη βασικής ανάγκης.
 2. Να απαλλαγούμε από τον βραχνά του χρέους. Το χρέος είναι ταξικό και απάνθρωπο. Είναι οι φόροι που δεν πλήρωσαν οι πλούσιοι, η λεηλασία των δημόσιων ταμείων, οι υπέρογκοι εξοπλισμοί. Εκφράζει τις ανισότιμες διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
 3. Αναδιανομή, φορολογία του πλούτου, κατάργηση περιττών δαπανών.
 4. Παραγωγική, κοινωνική και περιβαλλοντική ανασυγκρότηση.
 5. Σταθερή εργασία και αξιοπρεπή μισθό και ασφάλεια.
 6. Δημοκρατία παντού. Δημοκρατικά πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα για όλους τους τομείς.
 7. Ισχυρό κοινωνικό κράτος
 8. Η υγεία είναι κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα όλων.
 9. Προστασία της παιδείας, της έρευνας, του πολιτισμού και του αθλητισμού από την πολιτική των μνημονίων.
 10. Ανεξάρτητη και φιλειρηνική εξωτερική πολιτική.

.