Μνήμες της Βαϊμάρης

Ο Έρικ Χομπσμπάουμ θυμάται τα εφηβικά του χρόνια, στο ταραγμένο και συναρπαστικό Βερολίνο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Μας περιγράφει τη βερολινέζικη κουλτούρα του Μεσοπολέμου, το πολιτικό κλίμα, την άνοδο του Χίτλερ.

 

του Έρικ Χομπσμπάουμ

Έζησα την περίοδο που επηρέασε περισσότερο τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μου, τα χρόνια 1931-33, ωςγυμνασιόπαις και εκκολαπτόμενος ενεργός κομμουνιστής, στη θνήσκουσα Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Continue reading →

«Έφυγε» ο ιστορικός των μεγάλων επαναστάσεων

Γεννήθηκε λίγους μήνες πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και πέθανε εν μέσω της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης της σύγχρονης ιστορίας. Μέσα σε αυτά τα 95 χρόνια, ο Έρικ Χομπσμπάουμ, ο οποίος «έφυγε» το πρωί της Δευτέρας, είδε τη λάμψη πολλών επαναστάσεων αλλά και τη σκιά που τις σκέπασε, είδε επαναστάτες, δικτάτορες, μεγάλους ηγέτες να ανέρχονται και στη συνέχεια να κατρακυλούν τα σκαλιά της ιστορίας. Έζησε και έγραψε την ιστορία με τέτοιο τρόπο που πολύ πριν από τον θάνατό του είχε ήδη γίνει θρύλος.

Το έργο του Έρικ Χομπσμπάουμ αποτελεί μια μνημειώδη σύνθεση πολύμορφων κοινωνικοοικονομικών, πολιτικών και πολιτισμικών φαινομένων, μια συγκλονιστική αφήγηση που προσπαθεί να ερμηνεύσει την ιστορία του σύγχρονου κόσμου έχοντας ως πρίσμα τη διαδικασία του μετασχηματισμού.

Βάση του έργου του, αλλά ταυτόχρονα και μία από τις βάσεις της σύγχρονης ιστοριογραφίας, αποτελεί η τετραλογία του («Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848», «Η εποχή του κεφαλαίου, 1848-1875», «Η εποχή των αυτοκρατοριών, 1875-1914» και «Η εποχή των άκρων: Ο σύντομος 20ός αιώνας 1914-1991»), η οποία έχει χαρακτηριστεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στη συγγραφή της ιστορίας.

 

Εθνικισμός

 

Για τον Χομπσμπάουμ η μελέτη του εθνικισμού σε συγκριτικό επίπεδο και σε βάθος χρόνου υπήρξε ένα δεύτερο μεγάλο πεδίο έρευνας, το οποίο κατέληξε στην έκδοση έργων που θεωρούνται πλέον κλασικά στο είδος τους, όπως «Έθνη και Εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα» και «Η Εφεύρεση της Παράδοσης».

Ο Έρικ Χομπσμπάουμ γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1917, από Βρετανό πολωνικής καταγωγής πατέρα και Αυστριακή εβραϊκής καταγωγής μητέρα. Μεγάλωσε και σπούδασε στη Βιέννη και στο Βερολίνο το οποίο και κατά την άνοδο του Χίτλερ. Συνέχισε τις σπουδές του και εγκαταστάθηκε στη Βρετανία, όπου και ξεκίνησε να διδάσκει στο Κολέγιο Birkbeck του Λονδίνου, λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπήρξε μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας και της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών, επίτιμο μέλος του Kings College στο Κέιμπριτζ και επίτιμος διδάκτωρ πολλών πανεπιστημίων σε αρκετές χώρες.

Υπήρξε, ουσιαστικά, ο ιδρυτής του περίφημου κύκλου των Βρετανών μαρξιστών ιστορικών που μπόλιασαν την ιστορική έρευνα με μια σειρά καινοτόμων για την εποχή μεθόδων και εργαλείων έρευνας, αμφισβητώντας τόσο την ανελικτική αντίληψη της ιστορίας όσο και τον οικονομικό ντετερμινισμό. Ο κύκλος του Χομπσμπάουμ επικεντρώθηκε στις διαδικασίες αλλαγής και μετασχηματισμών στην ιστορία, στην αναζήτηση των κοινωνικών δυνάμεων που υποκινούν τη μεταβολή σε κάθε ιστορική στιγμή, συνδυάζοντας την κοινωνική, την οικονομική και την πολιτισμική ανάλυση. Τα περισσότερα μέλη του κύκλου αυτού δραστηριοποιήθηκαν αρχικά στο Βρετανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, στη συνέχεια προχώρησαν στην έκδοση του περιοδικού «Past and Present» το 1952, το οποίο καθιερώθηκε ως ένα από τα σημαντικότερα περιοδικά στον χώρο των κοινωνικών επιστημών. Αν και οι περισσότεροι συνοδοιπόροι του Χομπσμπάουμ αποστασιοποιήθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα μετά τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία, ο ίδιος παρέμεινε σταθερός στον πολιτικό του χώρο.

Ο ίδιος προσδιόριζε πάντα την κομμουνιστική ιδεολογία του ως κεντροευρωπαϊκή, παρά βρετανική, δίνοντας έμφαση στον αγώνα κατά του ναζισμού και του φασισμού ως καθοριστικού συστατικού στοιχείου της, έχοντας όμως πάντοτε ως άξονα ένα οικουμενικό απελευθερωτικό όραμα.

 

«Δεν είναι πλέον δυνατόν να θεωρούμε

δεδομένη την παθητικότητα των πολιτών»

 

Έως τα βαθιά του γεράματα παρατηρούσε και ανέλυε με εντυπωσιακή οξυδέρκεια τα όσα συμβαίνουν στον πλανήτη, πάντοτε με επιστημονική ματιά αλλά χωρίς ποτέ να χάνει τον ενθουσιασμό του για τις μεγάλες αλλαγές που έβλεπε να συντελούνται.
«Με τεράστια χαρά ανακάλυψα για ακόμη μία φορά ότι είναι δυνατόν να κατέβουν οι άνθρωποι στους δρόμους, να διαδηλώσουν, να γκρεμίσουν κυβερνήσεις», είχε πει ο Χομπσμπάουμ σε έναν δημοσιογράφο του BBC που του πήρε συνέντευξη, λίγες εβδομάδες μετά το ξέσπασμα της «Αραβικής Άνοιξης» στην Τυνησία και της Αίγυπτο. «Αν πρόκειται να γίνει επανάσταση, θα είναι κάπως έτσι. Τουλάχιστον τις πρώτες μέρες. Οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους διαδηλώνοντας για τα σωστά πράγματα». Και προσθέτει: «Αλλά ξέρουμε ότι δεν θα διαρκέσει».

Ως Ιστορικός, είχε παραλληλίσει την «Αραβική Άνοιξη» του 2011 με το 1848, την ευρωπαϊκή «χρονιά των επαναστάσεων», όταν μία εξέγερση στη Γαλλία διαδόθηκε στα ιταλικά και γερμανικά κράτη στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων κι ακόμη παραπέρα. «Μου θυμίζει το 1848, μια άλλη αυτοπροωθούμενη επανάσταση που ξεκίνησε σε μία χώρα και στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε όλη την ήπειρο σε σύντομο χρονικό διάστημα».

«Είμαστε εν μέσω επανάστασης, αλλά δεν είναι η ίδια επανάσταση. Αυτό που τους ενώνει είναι η κοινή δυσαρέσκεια, και το κοινό αίσθημα κινητοποιεί δυνάμεις – μια εκσυγχρονιζόμενη μεσαία τάξη, ειδικά μια νεαρή, φοιτητική μεσαία τάξη, και φυσικά η τεχνολογία που καθιστά σήμερα πολύ ευκολότερη την κινητοποίηση για διαμαρτυρία».

 

Αγανακτισμένοι

 

Όμως και οιδιαμαρτυρίες των Αγανακτισμένων σε Ευρώπη και Αμερική ήταν ένα ακόμη παγκόσμιο κίνημα που τράβηξε την προσοχή του Έρικ Χομπσμπάουμ και, σε μεγάλο βαθμό, τον θαυμασμό του. Ένα κίνημα που δεν θα μπορέσει, δυστυχώς, να καταγράψει και να αφηγηθεί… Σε μία από τις πιο πρόσφατες συνεντεύξεις του, την οποία είχε δώσει στις αρχές του 2012 με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου του βιβλίου «Πώς να αλλάξουμε τον κόσμο: Μαρξ και Μαρξισμός, 1840-2011» στο περιοδικό «In these times», είχε πει:

«Δεν είναι πλέον δυνατόν να θεωρούμε δεδομένη την παθητικότητα των πολιτών. Υπάρχουν, όμως, και μειονεκτήματα. Οι άνθρωποι που παίρνουν την πρωτοβουλία δεν είναι αντιπροσωπευτική μειονότητα, αλλά η κινητοποιήσιμη μειονότητα, αυτό που συνήθιζα να ονομάζω «στρατό του καλού». Σε αυτήν την περίπτωση είναι ο στρατός των φοιτητών και των αντισυμβατικών. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι αν τα πράγματα προχωρήσουν κι άλλο μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχό τους. Ένας από τους λόγους που ήθελα να γράψω το τελευταίο βιβλίο μου είναι ότι ήθελα να συνεχίσω να υπενθυμίζω στους νέους ότι είναι δυνατόν να αλλάξουμε τον κόσμο».

Το ΚΚΕ, ο 902 και ο Λένιν

Το (μαρξιστικό και λενινιστικό, λέμε τώρα) ΚΚΕ, σήμερα:

«Η τηλεόραση του «902» παύει να μεταδίδει το πρόγραμμά της, με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο ιδιαίτερα μεγάλο κόστος λειτουργίας της με τη μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση. Continue reading →

Ο Αλέξης Τσίπρας στο περιοδικό HOT DOC

Αποκλειστική συνέντευξη στο Hot Doc που κυκλοφορεί από την Πέμπτη 10 Μαΐου δίνει ο Αλέξης Τσίπρας . Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζει αναπόφευκτη την κυβέρνηση της Αριστεράς «η Ελλάδα θα αποτελέσει το Δούρειο ίππο, τον πολιορκητικό κρoιό, τη σπίθα που θα βάλει φωτιά στον κάμπο της Ευρώπης, από την Ελλάδα έχουμε ξεκινήσει μια πορεία ανατροπής των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, των πολιτικών της λιτότητας. Είτε με τη μορφή μια κυβέρνησης αμιγώς Αριστεράς είτε με τη μορφή μιας κυβέρνησης που θα έχει ως πυρήνα τις δυνάμεις της Αριστεράς»
Αναφερόμενος στους εκβιασμούς που δέχθηκε ο λαός τα δύο τελευταία χρόνια τόνισε ότι «ξέρουμε ότι θα βρούμε μπροστά μας και τρικλοποδιές και τεχνητές πολώσεις αλλά έχει καταλάβει πια ο κόσμος ότι όλοι αυτοί οι εκβιασμοί γίνονται προκειμένου να μετατραπεί σε ένα πειραματόζωο που δεν αντιδρά. Δυο χρόνια τώρα δέχεται εκβιασμούς.»
Από την Πέμπτη 10 Μαΐου κυκλοφορεί το 2ο τεύχος του δεκαπενθήμερου περιοδικού HOT DOC


Πρόβα Ιστορίας

Tου Νικου Γ. Ξυδακη
Η εντυπωσιακή αναδιάταξη του πολιτικού χάρτη αποτυπώνει τον σπασμό ενός κοινωνικού σώματος πληγωμένου και έμφοβου που μετασχηματίζεται βίαια. Οι εκλογές διεξάχθηκαν σε φόντο οικονομικής και και κοινωνικής καταστροφής: 21% άνεργοι, ένας στους δύο νέους άνεργος, 18% του ΑΕΠ χαμένο από την αρχή της κρίσης. Η αριθμητική είναι απλή: πόσες ψήφοι απελευθερωμένες ή απεγνωσμένες αντιστοιχούν στο 1,1 εκατομμύριο των καταγεγραμμένων ανέργων; Είναι ακριβώς οι ψήφοι που συνέτριψαν τον κυρίαρχο δικομματισμό της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Ψήφοι που κατευθύνθηκαν στην Αριστερά πρωτίστως, αλλά και στον νεοπαγή ποπουλισμό της Πάνω Πλατείας και στους μελανοχίτωνες νεοναζί, μια άγρια συμμορία που διεκδικεί τώρα από τη Δημοκρατία βουλευτική ασυλία.
Το Βερολίνο και οι Bρυξέλλες μετέτρεψαν απερίσκεπτα την Ελλάδα σε πεδίο πειραματισμών για την εφαρμογή συνταγών εσωτερικής υποτίμησης προς αντιμετώπιση της κρίσης χρέους και των ασυμμετριών της Ευρωζώνης. Πίεσαν αφόρητα τα ελληνικά αστικά κόμματα· πρώτα, το ΠΑΣΟΚ, που υπέκυψε αμαχητί, και, μετά την καθαίρεση του Γ. Παπανδρέου, τη Ν.Δ. Η κατάληξη ήταν η καταστροφή τους. Ο λαός, σοκαρισμένος από μια διετή πληβειοποίηση χωρίς καν υπόσχεση ανάσχεσης, βγήκε στους δρόμους πολλές φορές και αποσύρθηκε ηττημένος – εντέλει αντέδρασε με το τελευταίο όπλο του: διέσπειρε την ψήφο του σε πολλά μικρά μερίδια, τιμωρώντας κυρίως τον δικομματισμό, τον ίδιο που τόσα χρόνια ψήφιζε από ιδιοτέλεια και αδράνεια.
Ο μεγάλος νικητής είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι αξιωματική αντιπολίτευση υπερτριπλασιάζοντας το ποσοστό του και υπερσκελίζοντας το ΠΑΣΟΚ. Η εκλογική του επίδοση ίσως αποτελέσει τη μήτρα για μια νέα αριστερόστροφη παράταξη, η οποία θα καταλάβει τον χώρο που καταλείπει το συστημικό ΠΑΣΟΚ. Στο κλείσιμο ενός νέου ιστορικού κύκλου, που αρχίζει το 1944-45, η Αριστερά αποσπάται από τη συνθήκη της ήττας και του κομπάρσου και διεκδικεί θέση στην κεντρική σκηνή. Η ευθύνη είναι βαριά ασφαλώς και ενώπιον εθνικού ακροατηρίου ο λόγος και η πράξη του θα στρογγυλέψουν και θα αποκτήσουν βάρος.
Η εκλογική αποτύπωση της 6ης Μαΐου αποτελεί το πρελούδιο ενός μείζονος κοινωνικού και πολιτικού μετασχηματισμού, στην Ελλάδα οπωσδήποτε, αλλά και στην Ευρώπη, που παρακολουθεί με προσοχή τα συμβαίνοντα στο μελλοντολογικό εργαστήριο του Νότου. Η Ελλάδα προβάρει την Ιστορία του 21ου αιώνα.

Πότε έκανε "πρόταση γάμου" ο Τσίπρας στον Καμμένο;

Ποτέ!!!
Η περίφημη «πρόταση συνεργασίας» του Αλέξη Τσίπρα στους «Ανεξάρτητους Ελληνες» είναι ΕΞ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ένα κατασκεύασμα των ΜΜΕ και της μαύρης προπαγάνδας των μηχανισμών Σαμαρά-Βενιζέλου…

Τι είπε ο Αλέξης Τσίπρας (στη συνέντευξή του στο TVXS): «εάν εμείς, ως Αριστερά, καταθέσουμε την πρότασή μας και χρειαζόμαστε πέντε ψήφους του Καμμένου και έρθει να μας τις δώσει ως ανοχή ή ως στήριξη δε θα τον πετάξουμε, δε θα του πούμε δεν τις θέλουμε, συνεχίστε με το Μνημόνιο όλοι οι υπόλοιποι».

Ούτε πρόταση ούτε τίποτα!

Και συμπλήρωσε, στην ίδια συνέντευξη: «Κοιτάξτε, είναι ιστορικές οι στιγμές που ζούμε. Και δεν μπορούμε να λέμε στον ελληνικό λαό ότι το κρίσιμο αυτή την ώρα είναι να επιβεβαιωθεί η δική μας άποψη. Βεβαίως να επιβεβαιωθεί, αλλά πρέπει να σταματήσει το Μνημόνιο. Το κύριο εδώ που τα λέμε δεν είναι το τι θα κάνει ο Καμμένος, το κύριο είναι αν θα υπάρξει ένας σκληρός πυρήνας πλειοψηφίας στη Βουλή από τις δυνάμεις της Αριστεράς και μία συμφωνία σε ένα μίνιμουμ στόχων, γιατί έχουμε διαφορές».

Ο Αλέξης Τσίπρας μάλιστα δεν αναφερόταν καν σε ψήφους στήριξης μιας κυβέρνησης αλλά σε ένα φορολογικό νομοσχέδιο. Και σε τίποτα άλλο!

Ολόκληρο το απόσπασμα της συνέντευξης, έχει ως εξής:

 -Εάν πάρετε εσείς εντολή σχηματισμού κυβέρνησης θα επιδιώξετε μία κυβέρνηση με όλες τις αντιμνημονικές δυνάμεις, ακόμα και με τους «Ανεξάρτητους Έλληνες», ας πούμε; 
 Α.Τ: Κοιτάξτε, με τον κ.Καμμένο έχουμε πολύ σημαντικές πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές. Οι ιδεολογικές είναι γνωστές και η διαδρομή των χώρων είναι γνωστή. Οι πολιτικές και οι προγραμματικές έγκεινται σε αυτό που σας είπα στην αρχή. Εμείς δεν μπορούμε να πουλάμε φύκια για μεταξωτές κορδέλες στον κόσμο, λέγοντας ότι όλοι θα κερδίσουν. Δεν μπορούν να κερδίζουν όλοι στη ζωή. Για να μπορέσεις να στηρίξεις τον άνεργο, το χαμηλοσυνταξιούχο, το φτωχό, πρέπει να στεναχωρήσεις τον πλούσιο, δε γίνεται αλλιώς. Δεν μπορεί να κερδίζει ο πλούσιος, να κερδίζει και ο φτωχός. Αν ήταν αυτό δυνατόν, θα ήμασταν όλοι ευτυχισμένοι σε αυτόν τον κόσμο. Ο κ.Καμμένος θέλει να μειώσουμε τη φορολογία του πλούτου. Αν μειώσουμε τη φορολογία του πλούτου, τότε θα πρέπει να ξεκοιλιάσουμε, να γονατίσουμε το φτωχό. Εμείς λέμε ότι οι πλούσιοι πρέπει να πληρώσουν. Πρέπει να περάσουν από το ταμείο. Οι τραπεζίτες πρέπει να περάσουν από το ταμείο. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες πρέπει να βάλουν κι αυτοί το χέρι στην τσέπη. Οι εφοπλιστές πρέπει να σταματήσουν να κάνουν τους τσαμπουκάδες και να πληρώσουν τώρα, που η χώρα κινδυνέυει. Δεν μπορεί να συμβαδίζουν όλα. Μέχρι τώρα κερδίζανε οι λίγοι που έχουν τα πολλά και χάνανε οι πολλοί που έχουν τα λίγα. Σε λίγο δε θα τους μείνει τίποτα. 
 Άρα, μία κυβέρνηση της Αριστεράς έχει ένα σκληρό φορολογικό σχέδιο, για να υπάρξει δικαιοσύνη και ισότητα σ’αυτόν τον τόπο επιτέλους. Ο καθένας να φορολογείται με βάση αυτά που έχει. Εκεί λοιπόν έχουμε τις διαφορές μας. Εάν, όμως, παρόλα αυτά, εμείς, ως Αριστερά, καταθέσουμε την πρότασή μας και χρειαζόμαστε πέντε ψήφους του Καμμένου και έρθει να μας τις δώσει ως ανοχή ή ως στήριξη δε θα τον πετάξουμε, δε θα του πούμε δεν τις θέλουμε, συνεχίστε με το Μνημόνιο όλοι οι υπόλοιποι. Κοιτάξτε, είναι ιστορικές οι στιγμές που ζούμε. Και δεν μπορούμε να λέμε στον ελληνικό λαό ότι το κρίσιμο αυτή την ώρα είναι να επιβεβαιωθεί η δική μας άποψη. Βεβαίως να επιβεβαιωθεί, αλλά πρέπει να σταματήσει το Μνημόνιο. Το κύριο εδώ που τα λέμε δεν είναι το τι θα κάνει ο Καμμένος, το κύριο είναι αν θα υπάρξει ένας σκληρός πυρήνας πλειοψηφίας στη Βουλή από τις δυνάμεις της Αριστεράς και μία συμφωνία σε ένα μίνιμουμ στόχων, γιατί έχουμε διαφορές. Είναι υπαρκτές οι διαφορές, δεν μπορεί από τη μία μέρα στην άλλη να τις κρύψουμε κάτω από ένα χαλί, αλλά νομίζω ότι το διακύβευμα σήμερα είναι τι θα κάνουμε τελικά με την Ευρωζώνη και με τη θέση μας στη Ευρώπη. Το διακύβευμα είναι τι θα πάμε να τους πούμε εκεί για να σταματήσουμε τη λαίλαπα. Και από εκεί και πέρα, προφανώς θα υπάρξουν και πάρα πολλά ζητήματα, τα οποία θα είμαστε αναγκασμένοι να τα επανεξετάσουμε στην πορεία. Αλλά το κρίσιμο θα είναι να υπάρξει αυτή η πλειοψηφική συσπείρωση, που θα δώσει και μεγάλη ελπίδα στον ελληνικό λαό.

Μια προοδευτική πολιτική για τις Μικρομεσαίες, τις Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις και τους ΕΒΕ

Στην Ελλάδα, ο συνολικός αριθμός των μικρομεσαίων και πολύ μικρών επιχειρήσεων (Μ&ΠΜΕ), που απασχολούν έως 50 εργαζόμενους, φθάνει τις 900.000 και αποτελεί το 99% των επιχειρήσεων της χώρας. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ (2007) οι Μ&ΠΜΕ απασχολούν συνολικά πάνω από 2.340.000 εργαζόμενους. Το 93% των επιχειρήσεων αυτών απασχολούν 0 έως 10 εργαζόμενους. Στις πολύ μικρές επιχειρήσεις συγκεντρώνεται το 60% σχεδόν της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη θέση της Ε.Ε. των 27 αναφορικά με το μερίδιο των ΠΜΕ στη συνολική απασχόληση.
H πολιτική για τις μικρές επιχειρήσεις δεν μπορεί παρά να αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης οικονομικής και βιομηχανικής πολιτικής με στόχο την παραγωγή φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.
Η πολιτική για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οφείλει να στηρίζει κάθε προσπάθεια τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και ποιοτικής αναβάθμισης της παραγωγικής διαδικασίας, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση συμμορφώνεται πλήρως με την εργατική, περιβαλλοντική και λοιπή νομοθεσία και δεν επιδιώκει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της μέσω της συμπίεσης του κόστους εργασίας, της υποβάθμισης της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος ή της παρεχόμενης υπηρεσίας και της παράκαμψης των περιβαλλοντικών, φορολογικών, ασφαλιστικών ή άλλων υποχρεώσεών της.
Υπ’ αυτήν την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζει τη σύνδεση των πάσης φύσης ενισχύσεων και κινήτρων με κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους, τις οποίες οι επιχειρήσεις οφείλουν να ενσωματώνουν τόσο στα αναπτυξιακά τους προγράμματα, όσο και στον καθημερινό τρόπο λειτουργίας τους.
Στη βάση αυτή υπογραμμίζουμε την ανάγκη προώθησης μιας στρατηγικής ισχυρής στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα μας, με ταυτόχρονη προάσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε όλες τις επιχειρήσεις. Πρώτη προτεραιότητα η στήριξη και ενίσχυση των πολύ μικρών και των ατομικών καιοικογενειακών επιχειρήσεων.
Στην κατεύθυνση αυτή, προτείνουμε και διεκδικούμε:
  • Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τον έλεγχο της ασυδοσίας και των αθέμιτων πρακτικών των μεγάλων πολυκαταστημάτων και των εγχώριων και πολυεθνικών εμπορικών αλυσίδων.
  • Θέσπιση, ειδικότερα, μιας σειράς αυστηρών περιορισμών στους όρους δόμησης, τον τόπο, τις χιλιομετρικές αποστάσεις και τα χαρακτηριστικά λειτουργίας για την εγκατάσταση και αδειοδότηση εμπορικών κέντρων και εμπορικών αλυσίδων και υποκαταστημάτων τους.
  • Επαναφορά του αφορολόγητου ορίου για τους ΕΒΕ, τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες στο ίδιο ύψος με τους μισθωτούς και συνταξιούχους.
  • Επαναφορά του αφορολόγητου αποθεματικού για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
  • Προώθηση συνεταιριστικών μορφών για την έρευνα, επιμόρφωση, οργάνωση και προώθηση προϊόντων.
  • Δημιουργία συλλογικών υποδομών για τις Μ&ΠΜΕ, με βιοτεχνικά πάρκα και εκθεσιακά κέντρα με ζώνες ελεύθερων δραστηριοτήτων. Εφαρμογή μακροπρόθεσμης πολιτική στη βιοτεχνία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες με στόχο τον εκσυγχρονισμό, την αναδιάρθρωση και τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων των Μ&ΠΜΕ, για να αντιμετωπίσουν την παραοικονομία και τον άνισο εξοντωτικό ανταγωνισμό.
  • Εξασφάλιση της δυνατότητας προβολής των προϊόντων μικρών παραγωγών στα μέσα ενημέρωσης.
  • Εφαρμογή αυστηρών αγορανομικών διατάξεων για τον έλεγχο της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών από προϊόντα αμφιβόλου ποιότητας, χωρίς ταυτότητα και από άγνωστη χώρα.
  • Ειδική χαμηλότοκη πιστωτική πολιτική, με ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Αξιοποίηση στην κατεύθυνση αυτή της ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ με τη μετατροπή της σε Δημόσια Τράπεζα ειδικού σκοπού.
  • Στήριξη του ΟΑΕΕ, εξασφάλιση της βιωσιμότητάς του, αναβάθμιση των παροχών σύνταξης και υγείας προς τους ασφαλισμένους του.
  • Αυτόνομη ασφάλιση για τα συν-βοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη οικογενειακών επιχειρήσεων, που είναι γυναίκες.

Οι Τραπεζίτες και η κρίση

Το παράδειγμα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης σχετικά τις τράπεζες αναδεικνύει ξεκάθαρα την σύγκρουση που υπάρχει σήμερα και τους δύο δρόμους εξόδου από την κρίση. Η μία επιλογή είναι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας, η άλλη επιλογή είναι η υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου (δηλαδή μεταξύ άλλων και των τραπεζιτών).
Οι τραπεζίτες αποτελούν έναν από του βασικούς κερδισμένους όλης της προηγούμενης περιόδου της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμα και το δημόσιο χρέος αποτελούσε για αυτούς πηγή πλουτισμού αφού δανείζονταν από την ΕΚΤ με 1% και στην συνέχεια δάνειζαν στο δημόσιο με πολλαπλάσια επιτόκια της τάξης του 4% και 5%.
Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα οι τράπεζες έχουν επιχορηγηθεί –είτε με μετρητά είτε με εγγυήσεις- με 155 δις. Η συγκεκριμένη επιλογή αναδεικνύει τις προτεραιότητες της σημερινής πολιτικής ηγεσίας τόσο σε Ελλάδα όσο και στην ΕΕ για την άνευ όρων στήριξη της κερδοφορίας των τραπεζιτών. Το γεγονός ότι η χρηματιστηριακή τους αξία δεν ξεπερνάει τα 3 δις δείχνει ποιος είναι αυτός που “ζει πάνω από τις δυνατότητες του” σε αυτή τη χώρα.
Αυτές τις μέρες συντελείται ένα πρώτης τάξεως σκάνδαλο με τις τράπεζες: η λεγόμενη ανακεφαλαιοποίησή τους με χρήματα από τη δανειακή σύμβαση. Οι τράπεζες ετοιμάζονται να λάβουν 50 δις με εγγυήσεις του Δημοσίου, ενώ όπως παραδέχεται το ΔΝΤ, το Δημόσιο θα λάβει πίσω στην καλύτερη περίπτωση μόνο 16 δις. Εμείς έχουμε σοβαρούς λόγους να αμφιβάλουμε ακόμα και για αυτό το ποσό. Η διαφορά (τουλάχιστον 34 δις) επιβαρύνει το δημόσιο χρέος και επομένως τον ελληνικό λαό.
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο πάντως συνίσταται στο γεγονός ότι παρόλο που οι τράπεζες επιβιώνουν αποκλειστικά με δημόσιο χρήμα, στην ουσία διασώζονται οι τραπεζίτες και οι διοικήσεις τους, αφού το Δημόσιο τις ενισχύει με κοινές μετοχές χωρίς δικαιώματα ψήφου. Το Δημόσιο δηλαδή βάζει τα χρήματα, και οι τραπεζίτες που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση συνεχίζουν να απολαμβάνουν τα προνόμιά τους. Και μάλιστα υποδεικνύουν διαρκώς στον ελληνικό λαό ότι πρέπει να προχωρήσει και σε άλλες μνημονιακές θυσίες.
Ακριβώς επειδή παρά την στήριξη από δημόσιο χρήμα παραμένουν σε χέρια ιδιωτών δεν είναι δυνατή η χάραξη ούτε μίας αναπτυξιακής πολιτικής, όπου οι τράπεζες θα παρείχαν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία αλλά ούτε και μιας κοινωνικής πολιτικής που μεταξύ άλλων θα περιελάμβανε το κούρεμα ιδιωτικών χρεών των νοικοκυρών, των μικρών και πολυ μικρών επιχειρήσεων και των αγροτών.
Την ίδια στιγμή που οι τράπεζες στηρίζονται με κάθε μέσο τα ασφαλιστικά ταμεία υπέστησαν κούρεμα 12 δις κάτι που θα οδηγήσει σε νέες μειώσεις συντάξεων και χειροτέρευση των όρων της κοινωνικής ασφάλισης.
Τα παραπάνω δείχνουν την ταξική φύση της διαχείρισης της σημερινής κρίσης ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του κόσμου της εργασίας με μοναδικό στόχο την υπεράσπιση της κερδοφορίας και των προνομίων του κεφαλαίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2008 είχε προτείνει όποια τράπεζα δέχεται δημόσιο χρήμα να τίθεται υπό δημόσιο έλεγχο. Σήμερα ενα τραπεζικό σύστημα υπό δημόσιο έλεγχο είναι πιο αναγκαίο και πιο ρεαλιστικό από ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για την πρόταση μας για τράπεζες ειδικού σκοπού, που είναι τόσο αναγκαίες για την ανάπτυξη και την κοινωνική πολιτική. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη η χάραξη μιας διαφορετικής πορείας μέσα από την ενίσχυση της ριζοσπαστικής αριστεράς που μεταξύ άλλων θα μετατρέψει το τραπεζικό σύστημα σε δημόσια περιουσία κάτω από κοινωνικό έλεγχο αποκτώντας έτσι σημαντικές δυνατότητες για την άσκηση μια ριζικά διαφορετικής πολιτικής.

Κείμενο επιστολής Αλ. Τσίπρα προς τον Πρωθυπουργό
για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Με τη νέα δανειακή σύμβαση που υπέγραψε η Κυβέρνησή σας και με την ολοκλήρωση του προγράμματος εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (PSI), η χώρα μας υποχρεώνεται να δανείζεται εφεξής με όρους που έχουν ως μοναδικό στόχο να την καταστήσουν δέσμια των πιστωτών της (νέα ομόλογα που υπάγονται στο αγγλικό δίκαιο, ειδικός λογαριασμός για την εξυπηρέτηση του χρέους). Υποχρεώνεται, επίσης, να εφαρμόσει νέα μέτρα πρωτοφανούς λιτότητας, που προβλέπονται στο δεύτερο Μνημόνιο και τα οποία απομακρύνουν οποιαδήποτε προοπτική οικονομικής ανάκαμψης αλλά και δημοσιονομικής σταθεροποίησης.
Η νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο περιλαμβάνουν τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, έτσι ώστε να αναπληρωθούν οι ζημιές από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα PSI, αλλά και από τις επισφάλειες στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους, τις οποίες καταγράφει η έκθεση της εταιρείας BlackRock. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί ένα υγιές και σταθερό τραπεζικό σύστημα στην χώρα μας, το οποίο θα αποτελεί μοχλό ανάπτυξης – χρηματοδοτώντας την πραγματική οικονομία – και παράγοντα σταθερότητας, που ταυτόχρονα θα εξασφαλίζει ένα ευνοϊκό εργασιακό περιβάλλον για τους χιλιάδες εργαζομένους στις τράπεζες. Κατανοούμε τη σημασία ενός επαρκώς κεφαλαιοποιημένου τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε μια περίοδο τόσο βαθιάς κρίσης, δεν μπορούμε, όμως, παρά να απορρίψουμε τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, της τρόικας και των διοικήσεων των τραπεζών για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, με τον τρόπο που προωθείται.
Δυστυχώς, βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεθόδευση, με μοναδικό στόχο τη διάσωση των τραπεζιτών και τη μετακύλιση του κόστους διάσωσης στις πλάτες των ελλήνων φορολογουμένων.
Η κυβέρνηση σας οφείλει να απαντήσει με σαφήνεια σε συγκεκριμένα ερωτήματα, τα οποία τεχνηέντως έχουν μείνει στην αφάνεια.
Σας καλούμε, λοιπόν, κύριε Πρωθυπουργέ, να απαντήσετε στα παρακάτω:
  1. Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν γίνει αποδέκτες πακέτων πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων από χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων – είτε με την μορφή μετρητών είτε με την μορφή εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου. Παρόλα αυτά και ενώ έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από το πρώτο πακέτο στήριξης, τίποτα δεν έχει αλλάξει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες εξακολουθούν να μην διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, προκαλώντας πιστωτική ασφυξία, η οποία συνεργεί με τη μονόπλευρη λιτότητα στην πρωτοφανή και εντεινόμενη ύφεση των τελευταίων ετών. Από την άλλη, εξακολουθούν να διεκδικούν μεγάλο ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος εκατομμυρίων νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, για να αποπληρωθούν δάνεια που χορήγησαν σε άλλες εποχές, με  το κριτήριο εισοδημάτων και κύκλου εργασιών που δεν υφίστανται πλέον. Γι’ αυτό, η αποπληρωμή τους σήμερα είναι, όχι μόνον εξοντωτική, αλλά και ευθέως αντιαναπτυξιακή. Οι ίδιες διοικήσεις των τραπεζών που μας οδήγησαν στη σημερινή κρίση, εξακολουθούν να βρίσκονται στις θέσεις τους, αυτή τη φορά αναπαυόμενες στα «μαξιλάρια» που τους προσφέρει ο Έλληνας φορολογούμενος. Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό, οι ίδιες διοικήσεις κουνούν και επιτακτικά το δάκτυλο στον ελληνικό λαό και του ζητούν ακόμα μεγαλύτερες θυσίες χωρίς αντίκρισμα.
  2. Η νέα κεφαλαιακή ενίσχυση προς τις τράπεζες από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), θα γίνει χωρίς να θιγεί η ιδιοκτησία τους, με την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα υπερβαίνει μόλις το 10%. Μάλιστα, θα δίνεται στους σημερινούς μετόχους το προνόμιο να επαναγοράσουν τις τράπεζες – που οι ίδιοι οδήγησαν στο σημερινό τέλμα – σε ευνοϊκή τιμή. Πιστεύουμε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, με πόρους του ΤΧΣ και με αλχημείες, υπό τη μορφή πρωτότυπων διευκολύνσεων, ώστε να παραμείνει η κυριότητά τους στους σημερινούς μετόχους, συνιστά σκάνδαλο εις βάρος του ελληνικού λαού.
  3. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (9 Μαρτίου 2012) εκτιμά το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης στα 50 δις ευρώ. Ωστόσο, το έσοδο του Δημοσίου, όταν οι τράπεζες αυτές επιστραφούν στους μετόχους τους, θα είναι 16 δις ευρώ, στην καλύτερη των περιπτώσεων, κάτι για το οποίο διατηρούμε σοβαρότατες επιφυλάξεις. Η διαφορά προφανώς θα μετακυληθεί στις πλάτες των φορολογουμένων και θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος. Και αυτό είναι κάτι που αποσιωπάται συστηματικά τόσο από την κυβέρνησή σας όσο και από τα ΜΜΕ.
  4. Οι τράπεζες που σήμερα βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο, δηλαδή η Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμευτήριο, δεν συμμετέχουν στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι το Δημόσιο δεν θα χρησιμοποιήσει πόρους για να τις ενισχύσει. Εν ολίγοις, χρησιμοποιούνται οι πόροι του ΤΧΣ υπό την εγγύηση του Δημοσίου αποκλειστικά για να διασωθούν οι διοικήσεις των ιδιωτικών τράπεζών, ενώ η περιουσία του Δημοσίου αφήνεται απροστάτευτη, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζόμενους και τους καταθέτες. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνετε, με πλήρη συνείδηση τις συνθήκες, για ρευστοποίηση και ιδιωτικοποίηση των δημόσιων τραπεζών. Και αυτό κατά την άποψή μας είναι εγκληματικό.
Από το 2008 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει την πρότασή του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Βασική θέση της είναι πως, όσες τράπεζες γίνονται αποδέκτες στήριξης από το ελληνικό Δημόσιο με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, θα πρέπει να περνούν στη ιδιοκτησία του Δημοσίου, υπό κοινωνικό έλεγχο.
Σήμερα, η πρόταση για ένα δημόσιο τραπεζικό σύστημα είναι πιο επίκαιρη και πιο ρεαλιστική από ποτέ.
Η πρότασή μας αυτή εξυπηρετεί τρεις άμεσες ανάγκες:
  • Τις ανάγκες της κοινωνίας. Οι τεράστιες διαστάσεις που έχει λάβει το ζήτημα της υπερχρέωσης των νοικοκυριών, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των αγροτών, σε συνδυασμό με την πρακτική του τραπεζικού αποκλεισμού και την προστασία των εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα και των δικαιωμάτων τους, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για δυναμική παρέμβαση προς όφελος της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της ανάπτυξης. Διότι, το τραπεζικό σύστημα υπό τον έλεγχο των τραπεζιτών, αποδείχτηκε ότι έχει συμφέροντα απολύτως ασύμβατα με τα συμφέροντα της οικονομίας και της κοινωνίας.
  • Τις ανάγκες της σταθερότητας και της προστασίας των καταθέσεων.
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Θεωρούμε ότι οι προωθούμενες ρυθμίσεις, υπό το μανδύα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, διασώζουν τους τραπεζίτες. Την ίδια στιγμή δεν λάβατε καμία μέριμνα για να στηρίξετε ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία, ούτε τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου που πλήγησαν από το PSI. Γνωρίζοντας ότι έχετε αποφασίσει να λάβετε σημαντικές αποφάσεις για να στηρίξετε τους τραπεζίτες με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, λίγες μόνο μέρες πριν εκφραστεί η βούληση του ελληνικού λαού στις κάλπες, σας ζητάμε, έστω και τώρα, να αλλάξετε κατεύθυνση.
Ειδάλλως, τις αποφάσεις που θα λάβετε τώρα, θα τις αλλάξει ο λαός στις 6 Μαΐου.