Τα αναπάντητα ερωτήματα της Υπόθεσης Τσαλικίδη

Κάποιοι τολμούν. Είναι ο Ιός της Ελευθεροτυπίας. Είναι μερικοί (ελάχιστοι) άλλοι δημοσιογράφοι. Είναι αρκετοί bloggers. Είναι κάποιοι βουλευτές.

Σήμερα ο Ιός δημοσιεύει άρθρο για την Υπόθεση Τσαλικίδη. Ενα ακόμη έγκλημα της ΦΑΡΑΣ που μας κυβερνούσε τα τελευταία 6 χρόνια. Και θέτει και πάλι τα ερωτήματα που περιλαμβάνονται ερώτηση 15 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που είχε κατατεθεί στις 7 Σεπτεμβρίου, την τελευταία μέρα δηλαδή πριν κλείσει η Βουλή για τις εκλογές.

Με την ερώτηση αυτή, που έμεινε βέβαια αναπάντητη, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, τέσσερις από τους οποίους κατέχουν ήδη κυβερνητική θέση (Πεταλωτής, Καρχιμάκης, Μπόλαρης, Τζάκρη), σχολιάζουν την τοποθέτηση ως διοικητή της ΕΥΠ του κ. Παπαγγελόπουλου, τον οποίο θεωρούν υπεύθυνο για τη συγκάλυψη της υπόθεσης και θέτουν τα ακόλουθα ερωτήματα:

* Αδιερεύνητο φέρεται να παραμένει το από ποιον και το πότε ενημερώθηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Vodafone για το θάνατο του Κ. Τσαλικίδη. Σύμφωνα με την κατάθεση του πρώτου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας στη Βουλή η ενημέρωση αυτή ήταν ανεξήγητα άμεση, καθώς έγινε νωρίς το πρωί της ίδιας μέρας του θανάτου (9.30 – 10.00 π.μ.), σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα από την εύρεση του πτώματος από την οικογένειά του και τουλάχιστον μία ώρα πριν (11.00 π.μ.) η οικογένειά του ανακοινώσει το γεγονός σε τρίτα πρόσωπα που ενδεχομένως μετέπειτα να πληροφόρησαν την εταιρεία.

* Παρά την προσφυγή της οικογένειας του Κ. Τσαλικίδη, φέρεται να μην ταυτοποιήθηκαν ποτέ οι κάτοχοι των αριθμών τηλεφώνων που κλήθηκαν ή κάλεσαν το κινητό του Κ. Τσαλικίδη τις ώρες πριν από το θάνατό του. Πρόκειται για τους παρακάτω αριθμούς, κάποιοι από τους οποίους δεν αντιστοιχούν σε κοινά κινητά ή σταθερά τηλέφωνα: 0030496499, 6972224621, 0030436024, 0030491010.

* Παρά επίσης την προσφυγή της οικογένειας του Κ. Τσαλικίδη, φέρεται να μην έγινε επαρκής έρευνα των ψηφιακών αρχείων στον υπολογιστή, στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και κυρίως σε φορητές συσκευές αποθήκευσης (USB) του εκλιπόντος.

* Αδιευκρίνιστη παραμένει μια φερόμενη ως ουσιαστική ανακρίβεια των καταθέσεων στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής του διευθυντή του Πρωθυπουργικού Γραφείου Γ. Αγγέλου και του διευθύνοντος συμβούλου της Vodafone, σχετικά με το πότε έλαβαν χώρα η πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία αλλά και η συνάντηση που ορίσθηκε για την επόμενη μέρα στο Μαξίμου με θέμα τις υποκλοπές.

* Αδιευκρίνιστο φέρεται να παραμένει το εάν ο εκλιπών συμμετείχε ή όχι σε μυστική συνάντηση την 8.3.2005 με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Vodafone και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη, συνάντηση που προηγήθηκε της ενημέρωσης του Μαξίμου από τον ίδιο τον διευθύνοντα σύμβουλο.

* Φέρεται να μην αναζητήθηκε το ένα από τα 3 τηλέφωνα που, σύμφωνα με το πόρισμα της ΑΔΑΕ, δεν παραδόθηκαν ποτέ στην ΑΔΑΕ από τη Vodafone, παρά το γεγονός ότι ένα από αυτά χρησιμοποιούνταν «αποκλειστικά για εσωτερικές λειτουργίες των ψηφιακών κέντρων», ούτε να διερευνήθηκε αν αυτό αντιστοιχεί στο τηλέφωνο που κάλεσε η σταθερή γραμμή του Κ. Τσαλικίδη το βράδυ του θανάτου του.

* Φέρεται να μη διερευνήθηκαν τα ερωτήματα που προκύπτουν από την παραδοχή του τεχνικού διευθυντή της Ericsson, μιας τρίτης δηλαδή εταιρείας, ότι είχε καθημερινή επαφή με τον Κ. Τσαλικίδη, την ίδια στιγμή που ο τεχνικός διευθυντής της Vodafone, της εταιρείας δηλαδή στην οποία εργαζόταν ο Κ. Τσαλικίδης, επέμενε ότι δεν είχε τακτική επαφή με τον τελευταίο.

* Αναπάντητο φέρεται να παραμένει το επίμονο ερώτημα της οικογένειας του εκλιπόντος σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν παρελήφθη το πτώμα του Κ. Τσαλικίδη από το ΕΚΑΒ για νεκροτομή, αλλά αντ’ αυτού την υπόθεση διαχειρίστηκε περιέργως η σήμανση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του αδελφού του Π. Τσαλικίδη.

Η λίστα των υποκλοπών

Απέναντι σ’ αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα η πλευρά όσων διαχειρίστηκαν την υπόθεση (και τη συγκάλυψή της) έχει μόνο ένα επιχείρημα να αντιτάξει: «Εμείς υπήρξαμε τα θύματα των υποκλοπών, με πρώτο και καλύτερο τον πρωθυπουργό». Μάλιστα, στην αρχική αποκάλυψη της υπόθεσης, κατά τη συνέντευξη των τριών υπουργών (2.2.2006), αφέθηκε να εννοηθεί ότι το κέντρο των υποκλοπών βρισκόταν στην πρεσβεία των ΗΠΑ. Μ’ αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση έκλεινε το μάτι στους πολίτες: «Εχουμε το θάρρος να υποδείξουμε τους δράστες, αλλά δεν έχει νόημα να ψάχνουμε άλλο, γιατί θα έρθουμε σε σύγκρουση με την υπερδύναμη». Στην ίδια λογική κινούνταν και οι τοποθετήσεις κυβερνητικών στελεχών, τα οποία επέμεναν ότι η τεχνογνωσία που απαιτούσαν οι υποκλοπές ήταν τόσο υψηλή, ώστε μόνο πολύ προηγμένες τεχνολογικά χώρες θα μπορούσαν να τη σχεδιάσουν.

Ομως και αυτό το επιχείρημα αποτελεί μέρος του σχεδίου συγκάλυψης. Γιατί η συμμετοχή άλλων κρατών σε μια υπόθεση που οργανώθηκε ενόψει τον Ολυμπιακών Αγώνων δεν αποκλείει καθόλου την ελληνική ανάμειξη. Οπως αναλύουμε σε διπλανές στήλες, ισχύει μάλλον το αντίθετο.